Λέβ Καραχάν: «Mου φαίνεται ότι η αγάπη είναι ανοιχτό, εσωτερική ανασφάλεια»
Βλαντιμίρ Λεγκούντα
Διαβάστε περισσότερα

Η αγάπη


Κάποτε είπατε: «Άν θα με ξυπνήσετε τη νύχτα, πιθανώς θα πώ ότι αγαπώ το κινηματογράφο του art-house περισσότερα απ’ όλα». Δε θα σας ρωτήσω για το κινηματογράφο του art-house, αλλά μήπως είναι εφαρμόσιμο στη λογοτεχνία;

Είναι μία καλή ερώτηση.

Δεν είναι;

Δεν είμαι σίγουρος, ότι θα απαντήσω κατ’ ευθίαν, γιατί ... γιατί όλη η λογοτεχνία είναι arthouse.

Όλη;

Νομίζω ναί, με εξαίρεση τέτοιας μυθοπλασίας; Pulp fiction—ο Ταραντίνο το ονόμασε πολύ σωστά, δηλαδή δεν ήταν αυτός να την ονομάζει, αλλά αυτός χρησιμοποίησε αυτό το όνομα και την εισήγαγε στη σύγχρονη χρήση. Γιατί όπου ο συγγραφέας παρουσιάζει στη λογοτεχνία, παρουσιάζει πολύ πιο έντονα, γιατί όλα που βλέπυμε στη λογοτεχνία είναι μόνο η συνείδηση του συγγραφέα. Στο κινηματογράφο έχει πολύ περισσότερα τυχαία, πολύ περισσότερα που δεν είναι του καλλιτέχνη, όχι μόνο στην έννοια ότι ο συγγραφέας παίρνει κάτι από αυτά που του λένε, ο Βαίδα έλεγε ότι ένας σκηνοθέτης είναι πενήντα στο εκατό ένας δεκανέας που διοργανώνει αυτά που γίνεται, και ακόμα και δεν οργανώνει, αλλά με την προσωπικότητα του επιτρέπει να διοργανώνεται—αυτό είναι πολύ σημαντικό. Γιατί άν ένας σκηνοθέτης πράγματι γίνεται δεκανέας, μήπως είναι σκηνοθέτης;

Ναί.

Αλλά ένας σκηνοθέτης που με την παρουσία του στο σετ, και πάντα διοργανώνεται, συνήθως η ομάδα του το εκφράζει «Αυτός ξέρει τι κάνει»--αυτό είναι μία μεγάλη φράση, λέγεται όταν ο σκηνοθέτης είναι αξιόπιστος: «Αυτός ξέρει τί κάνει». Και τότε όλα αρχίζουν να συμβαίνουν. Αλλά είναι ένα σύνολο στοιχείων, ένα σύνολο των δημιουργικών δράσεων, γιαυτό άν είναι μαζημένα από τον καλλιτέχνη σε κάτι ένα, και για να δείξει την θέληση του συγγραφέα, τότε είναι γνήσιος κινηματογράφος. Και άν είναι μία τεχνιτή συλλογή αυτών των στοιχείων, ο κινηματογράφος γίνεται main stream, παρ’ όλο που τα δύο διασταυρώνονται, βεβαίως, αλλά είναι μία τραχιά διαίρεση, όλες είναι αλληλεπικαλυπτόμενες έννοιες, τώρα υπάρχει το art main stream, είναι μία μεταβατική κατηγορία, γιατί πάρα πολλά σήμερα, και ακριβώς στις μέρες μας και η σύγχρωνη κοσμοθεωρία παίρνει από το είδος, συμπεριλαμβάνοντας ο κινηματογράφος. Πολύ συχνά είναι είδος.

Πάλι μιλάτε για το κινηματογράφο, και εγώ μιλάω για την λογοτεχνία.

Και στη λογοτεχνία, η λογοτεχνία είναι μία τέχνη του συγγραφέα, εκεί δεν έχει κανένα δεκανέα, δεν πρέπει να οργανώνεις κανένα, είσαι μόνος σου με το φύλλο χαρτιού, οπωσδήποτε θα γράψεις εκεί, και αποτυπώνεσαι εκεί, είσαι εσύ, άν δεν επιτρέπεις τα στερεότυπα να μπούν μέσα σου. Άν επιτρέπεις τα στερεότυπα, είναι pulp ficition, ούτε είναι και μυθιστόρημα, γιατί το μυθιστόρημα υπάρχει και στα έργα του Τολστόι, βεβαίως. Αλλά άν μιλάς μόνος σου με το φύλλο χαριού, είναι art house. 

Δηλαδή η σοβιετική ταινία «Ὁι τρείς σωματοφύλακες» δεν είναι art house, και  «Ὁι τρείς σωματοφύλακες» του Dumas είναι art house;

Νομίζω ότι ο Dumas επέτρεπε πολλές στερεότυπες της λογοτεχνίας της εποχής του στο εαυτό του, γιαυτό νομίζω ότι είναι ένα έργο στα σύνορα.

Είναι ένα art house-main stream;

Ναι, art main stream.

Πολύ συχνά λένε ότι η τέχνη είναι γενικά για την αγάπη. Η για τη μήν αγάπη.

Η αγάπη είναι μία τόσο φθαρμένη έννοια παρ’ όλη τη ομορφιά του περιεχόμενου της, ότι άν λένε ότι ο Θεός μας αγαπάει, εγώ να σας πώ είλικρινώς δεν καταλαβαίνω για ποιά αγάπη μιλάνε; Πρόσφατα διάβασα τη «Αυτογνωσία» του Μπερδιάγεβ, αυτή τη υπαρξιακή θρησκευτική εμπειρία. Αρνιούντας την εννοιολογία, την εννοιολογία του σημερινού κόσμου, φθάνει στις έννοιες της δημιουργίας, την αγάπη που πρέπει να φαίνονται την υπαρξιακή τους ουσία. Και πάλι δεν καταλαβαίνω τι αγάπη εννοείται, η δημιουργία, γιατί δεν έιναι έννοιες, από τις οποίες πρέπει να φύγουμε στην άκρη του αβύσσου και να πηδάμε, χωρίς να ξέρουμε τί είναι εκεί, χωρίς κανένα λάστιχο,--γιατί; Για μένα είναι εννοιακές εικόνες. Τότε αρχίζω να αποκρυπτογράφω αυτό που είναι μία φθαρμένη έννοια, μέσα άλλες έννοιες. Μου φαίνεται ότι η αγάπη είναι μία ανοιχτότητα, είναι μία εσωτερική ανασφάλεια, γιατί η ασφάλεια... κάποτε όταν ήμουν νέος, έφτιαξα ένα όρο «διαφανή πανοπλία», είμαστε σε απίστευτη πανοπλία...

Βεβαίως, από την εποχή του Άδαμ και της Εύης.

... ναί, ναι, όταν ντύσαμε τα ρούχα, σωστώς, τότε δεν ονομάστηκε πανοπλία, αλλά στα Μεσαίωνα εμφανίστηκε σαν μία απίστευτα βαθιά πανοπλία, εννοώ την πανοπλία κατά λέξη. Αλλά εμείς δεν καταλαβαίνουμε ότι είναι διαφανή, γιαυτό φοβόμαστε να την χάσουμε. Αλλά άν τη χάνουμε, αυτό είναι η αγάπη, είναι η ανοιχτότητα. Η αγάπη του ανδρός και της γυναίκας είναι επείσης μία ανοιχτότητα, και η σεξουλική εμπειρία, γιατί είναι επίσης μία ανοιχτότητα, δεν είναι; Δεν φοβάς να είσαι ο Άδαμ χωρίς κάποιο ρούχο, χωρίς κάποια πανοπλία, γιατί είναι ανοιχτότητα.

Πολύ συχνά δεν καταλαβαίνουμε, ότι ο Θεός είναι απίστευτα ανοιχτός για μας, είναι όλο το καιρό ανοιχτός. Το θέμα είναι ότι δεν μπορούμε να Τον φθάνουμε, δεν μπορούμε να βγάλουμε την πανοπλία, γιατί μπορούμε να απαντήσουμε σε ανοιχτότητα μόνο με ανοιχτότητα, και άν προσεγγίζουμε σ’αυτή τη ανοιχτότητα με τα στερεότυπα μας, βρισκόμαστε σε πανοπλία, δυσκολεύουμε ακόμα να προτείνουμε το χέρι μας, αυτή η πανοπλία κρέμεται σε μας.

Γιατί είναι διαφανές;

Είναι διαφανές γιατί είναι ορατά για όλους άλλους, και επιπλέον για το Θεό. Γιαυτό όλα που...

Αλλά όχι γιατί μπορεί κανείς να βλέπει μέσα το...

Γιαυτό σκεφτόμαστε ότι είμαστε πολύ ασφαλώς, και απ’ έξω όχι, και για κάθε ένα άνθρωπο που σκεφτεί υγιές, αυτά που μας φαίνονται ασφάλεια, στην ουσία δεν είναι ασφάλεια, και μπορείς μόνο να σε βλέπεις μέσα το. Και μόνο μία τέτοια βαθεία παρεξήγηση αυτού τι είναι ο άνθρωπος, επιτρέπει τον άνθρωπο να αντιλαμβάνει την πανοπλία σου ως μία προσωπική αρχή, ως κάτι που είναι η ουσία αυτού του ανθρώπου—η στάση του, η πανοπλία του, γιατί η πανοπλία είναι σε μεγἀλο βαθμό μία στάση, ένα πορτραίτο, αν θέλετε... γιατί το πορτραίτο θεωρείται σε μας ως μία προσωπικότητα, persona grata, είναι κάτι πολύ πομπώδη και απίστευτα μεγάλο ανεξάρτητα από το τί έιναι μέσα. Πράγματι τα πορτραίτα, οι παρσούνες το 16ου και του 17ου αιώνα είναι επίσης κάποια μεγαλοπρέπεια, που δεν οφείλεται σε εγγενή έννοια. Γιατί η τεχνική της εικονογραφίας χρησιμοποιείται σ’ένα λαικό πορτραίτο—για να δίνει σημασία σ’αυτό που μπορεί να μην την έχει. Είναι αστείο να χρησιμοποιείς την τεχνική της εικονογραφίας, με την οποία είναι εικονογραφημένη η «Αγία Τριάδα», για να ζωγραφίζεις, ας πούμε τον Ιβάν τον Φοβερό—είναι αδύνατο, αλλά αυτό συμβαίνει. Και αυτή η παρσούνα, μου φαίνεται είναι η πανοπλία που ντυνόμαστε. Ελπίζω πάρα πολύ ότι στην ομιλία μας κάπως ξεφορτωθήκαμε από αυτή τη πανοπλία.

Σε μας η παρσούνα, η ιδέα ήταν καθόλου διαφορετική: ότι μιλάμε για πράγματα που είναι εκτός από το καιρό, τουλάχιστον αυτή η ανακάλυψη μέσα τη τεχνική. Αλλά ήθελα να σας ρωτήσω κάτι άλλο: είπατε κάτι πολύ σωστό τώρα για την ανασφάλεια, και μου φαίνεται ότι όποτε να καταλαβαίνουν τώρα ως αγάπη στην τέχνη, η στην ζωή, εκεί έχει όλα εκτός από την ασφάλεια.

Βεβαίως.

Αυτό είναι που δεν παρουσιάζει. Μπορεί να υπάρχει αυτό που έρχεται στο μυαλό σχετικά με την χριστιανική έννοια της αγάπης και της θυσίας, ακόμα και η θυσία, ίσως κάποιος θα πεί ότι η θυσία επίσης δεν είναι ασφαλή, αλλά δεν είναι ακριβώς έτσι, στη θυσία μπορεί να έχει συναίσθημα... και η ανασφάλεια—είναι αυτή η ανοιχτότητα, αυτό είναι που σχεδόν λείπει.

Στην θυσία μπορεί να έχει πολύ από τη στάση, γιαυτό μου φαίνεται ότι...

Ναί, είναι σαν ο Αλιόσα Καραμάζοβ, ο οποίος θα έδωσε ευκολότερα την ζωή του, από να ζεί μέρα σε μέρα...

Βεβαίως, γενικώς, μιλούσαμε για την υπομονή, και τι είναι η υπομονή, ακόμα και απλώς υποφέρετε το πόνο; Αυτό είναι ένα πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. «Αχ, θα είναι για πολύν καιρό;»--έτσι ρωτάμε. «Όχι, όχι, είναι έτσι, μία ένεση». Δεν πρέπει να υποφέρεις. Στη ζωή είναι το ίδιο, σχετίζεται, κάθε κατόρωμα σχετίζεται με την υπομονή, με την παραμονή. Είχε μία ταινία του Αμερικανού σκηνοθέτη Λινγκλείτερ «Η ενέγερση της ζωής», εκεί έχει πάρα πολλές φιλοσοφικές αντανακλάσεις, καμιά φορά πλασματικές, να σας πω την αλήθεια. Αλλά έχει και αντανακλάσεις ότι ο καιρός που μας δώθηκε, ο ιστορικός χρόνος, είναι ένας μέγας πειρασμός, σχεδόν διαβολικός πειρασμός. Και όταν αρχίζουμε, όταν δεν μπορούμε να το υποφέρουμε, αυτό το πειρασμό, δεν μπορούμε να το αντιωνόμαστε κάτι μέσα μας—την υπομονή, τότε μας πιέζει, και καμία φορά μας τρώει.

Η υπομονή, αυτό είναι ενδιαφέρον, ως αντινωμία του ιστορικού χρόνου;

Βεβαίως, είναι αυτό που αντιτίθεται σε μας στη διάρκεια, στην οποία  βυθίζουμε. Ο κόσμος είναι μία στιγμή και ταυτόχρονως η αιωνιότητα...

Χωρίς αυτό είναι αδύνατη η αγάπη σαν η ανοιχτότητα, δεν είναι;

Βεβαίως.

Έτσι, έκλεσε ο κύκλος μας.

Ναί, ως και η προσευχή των γέροντων της Όπτινας πηγαίνει σε κύκλο... 

Ναί, ναί.

Σε ένα ενάρετο κύκλο, θα είπα.

Τελείως δεν θέλω να φθάνω στο τέλο, αλλά δυστυχώς βρισκόμαστε στο ιστορικό χρόνο. Ήθελα να σας ρωτήσω κάτι. Ο Σεργεί Φούδελ έχει στα απομνημονεύματα του μία τέτοια φράση: «Εμείς, οι δύσπιστοι έχουμε μία κρυπτή σκέψη: είναι βεβαίως καλά στην Εκκλησία, αλλά τι να κάνουμε με τον Ντίκκενς, Ραφαέλο, Πούσκιν και Σοπέν; Φαίνεται ότι δεν μπορούμε να τους πάρουμε μαζί;... Μήπως μπορούμε να σώσουμε όλα αυτά τα βιβλία, και να μένουμε τέλικώς στην Εκκλησία; ... Ο Σεργεί Ντουρίλιν μου είπε κάποτε:Δεν πρέπει να έχεις σ’ ένα ράφη τον Πούσκιν και τον Μέγα Μακάριο». Πράγματι η ερώτηση μου είναι: «Να τα κρατήσεις δεν μπορείς να τα ρίχνεις»--που θα βάσετε την σημεία στίξης;

Ξέρετε, αυτό το αξίωμα...

Αυτό το ηλίθιο αξίωμα...

«Να εκτελέσεις δεν μπορείς να κρεμάσεις»--δεν είναι μία εκδίκηση, μου φαίνεται, ότι η ουσία της σημερινής μας ομιλίας είναι ότι δεν πρέπει να καταδικάζεις κανένα σε τίποτε, πρέπει να δίνεις την δυνατότητα ανάπτυξης. Άν θα χρησιμοποιήσουμε τα σημεία στίξης σ’αυτή τη φράση ανεξάρτητα από κάποιες πολιτικές λύσεις, και περισσότερα καταδικάσεις, θα περιορίζουμε την δυνατότητα κίνησης...

Σε μία η άλλη κατεύθυνση;

Ναί, να αφήσουμε αυτή τη φράση χωρίς σημεία στίξης, ας να είναι μία ευκαιρία για κίνηση.

Ελπίζω ότι αυτό δεν το προετοιμάσατε στο σπίτι; (γελάει)

Όχι

Σας ευχαριστώ πολύ. Ήταν ο Λέβ Μαράτοβις Καραχάν.